22 Δεκεμβρίου 2012

Οι άστεγοι διανοητές


         Πάντα λάτρευα τις βιβλιοθήκες. Οι ναοί της γνώσης, προσβάσιμοι σε όλους, γεμάτοι με τις σκέψεις, τις ψυχές, τις καταθέσεις τόσων διανοητών. Χώροι απλοί, οικείοι και ζεστοί. Κάποια τραπέζια για τους αναγνώστες, κάποιες καρέκλες για την αναπαυτική τους ανάγνωση, σεβασμός στην ηρεμία και τη σιωπή και αναρίθμητα ράφια με εκατομμύρια σελίδες. Κάθε μια ένα μυστικό, ένα παράθυρο για να διαβάσεις τον κόσμο διαφορετικά, μέσα από άλλα μάτια, τα μάτια ενός άλλου.

«Εκάμαμεν Επανάσταση»

    Έχει σχεδόν ένα τρίμηνο που έχω βρει τον τίτλο και ψάχνω να βρω αφορμή να γράψω αυτό το άρθρο. Σαν τον Μέγα Ανατολικό στα Φθηνά Τσιγάρα, την ταινία του Χαραλαμπίδη, που ως επίδοξος συγγραφέας έγραφε τίτλους από βιβλία που κάποτε θα ολοκλήρωνε. Δυστυχώς όμως αυτή η πολυπόθητη αφορμή, η κατάλληλη στιγμή, που θα πυροδοτούσε την ορμητική μου πένα, δεν ήρθε. Νομίζω πως δεν ήρθε γιατί η κοινωνία είναι γεμάτη πια από τέτοιες αφορμές και καμιά δεν ξεχωρίζει, για να σε εμπνεύσει. Και έμενα έτσι παγιδευμένος στη συνεχή ένταση των καταστάσεων.

17 Νοεμβρίου 2012

Πολυτεχνείο θα πει…

Πάλι τα ίδια και φέτος, όπως κάθε χρόνο. Τα ίδια επαναστατικά συνθήματα, οι ίδιες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνική δικτύωσης, τα ίδια επιχειρήματα σε παρέες που συνυπάρχουν αριστεροί και δεξιοί, οι ίδιες γνώριμες φιγούρες στον δρόμο και στις πορείες, οι ίδιοι διαπληκτισμοί και διαφωνίες. Το dejavu της 17ηςΝοεμβρίου. Μόνο που φέτος κάτι διαφέρει. Η ατμόσφαιρα μοιάζει πιο βαριά, πιο τεταμένη. 

13 Νοεμβρίου 2012

Ενώ οι μέλισσες πεθαίνουν..

"Καταλαβαίνεις τί σου λέω;” με ρωτάς θλιμμένος Γιάννη. “Πεθαίνουν οι μέλισσες”.
Και εμείς μένουμε καθηλωμένοι μπροστά σε μαύρα κουτιά να παρακολουθούμε, παραδομένοι, ρήτορες και αγύρτες να λογομαχούν σε μια καλοστημένη παράσταση, ώστε να πρωταγωνιστήσουν, να μαγέψουν τα μάτια και τον ακατέργαστο νου ενός ευκολόπιστου κοινού, που στην απόγνωση του αναζητά στηρίγματα φτιαγμένα από εύθραστα υλικά.

14 Οκτωβρίου 2012

Διασχίζοντας την Γιαννιτσών

Η σημερινή ιστορία είναι μια ιστορία που αφορά σε κάποιους δρόμους πιο απόμερους, πιο περιθωριοποιημένους. Σε κάποια σκοτεινά σοκάκια, που το σκοτάδι τους έλκει τους εξόριστους μιας κοινωνίας.

Οικεία φαντάσματα

Σε είδα να προσπαθείς να κρατηθείς από τις λαβές του λεωφορείου για να μη χάσεις την ισορροπία σου. Μετά βίας τα κατάφερνες.

Iστορίες δρόμων

Όταν ήσασταν μικροί δεν θέλατε να μάθετε τα πάντα; Όμως τα πάντα; Να αποκτήσετε την απόλυτη γνώση, να μάθετε όλες τις αλήθειες; Αυτός ήταν ο δικός μου πόθος οταν ήμουν μικρός. Να τα μάθω όλα.

Πάντα ωστόσο κάτι μου διέφευγε. Πάντα βρισκόταν κάτι που δεν ήξερα. Σταδιακά η φαντασία μου έπλασε δυο τρόπους με τους οποίους θα κατάφερνα να φτάσω στην γνώση των πάντων.

Αρχικά φανταζόμουν τον εαυτό μου προικισμένο με μια παράξενη ιδιότητα. Αυτήν του βιβλιοφάγου. Τί εννοώ; Ονειρευόμουν τον εαυτό μου να τρώει βιβλία και ολοκληρώνοντας την κατάπωση και της τελευταίας σελίδας να κατακτά την γνώση που αυτά έκρυβαν. Πολύ εγωιστικό και βάρβαρο να τρως βιβλία. Τελικά κατέληξα πώς θα μπορούσα να μάθω όχι όλες, αλλά πάρα πολλές αλήθειες. Αν ήμουν δρόμος. Δρόμος ναι. Για να ακούω την ιστορία κάθε βήματος που περπατά στην άσφαλτό μου, κάθε ψίθυρο των ανθρώπων που προχωρούν ανέμελοι, κάθε ιστορία.

Πόσες ιστορίες κρύβουν αυτοί οι δρόμοι ; Τί απίστευτη γνώση; Όλα εκεί έχουν γραφεί, όλα εκεί έχουν συμβεί. Αγάπες, έρωτες, επαναστάσεις, δολοφονίες, ρομάντσα! Αίμα και σοκολάτα που λένε. Κάθε δρόμος έχει την φυσιογνωμία του. Την φυσιογνωμία που του δίνουν οι ιστορίες των ανθρώπων που ζουν σε αυτόν. Άλλοι είναι πιο κομψοί, γεμάτη λάμψη και αίγλη, φτιαγμένοι για να περπατηθούν από τα πλήθη. Άλλοι είναι πιο σκοτεινοί και απόμεροι. Σκοτεινοί για να κρύβουν καλά τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες....

Μια συνέντευξη από τον Φώτη Μπίμπαση

Τί συστάσεις να κάνουμε για τον Φώτη τον Μπίμπαση;  Γεννήθηκε στα Ιωάννινα και από το 93’ ζει στην Θεσσαλονίκη. Πτυχιούχος της τηλεφωνικής σχολής « Ο Ήλιος» - Σχολή Τυφλών & του τμήματος προσχολικής αγωγής κι εκπαίδευσης του Α.Π.Θ ,φοίτησε στο τμήμα Μ.Μ.Ε του Αριστοτελείου και πλέον εκπονεί τη διδακτορική του μελέτη πάνω στη Φυσική για άτομα με αναπηρία. Αντιπρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Τυφλών και Πρόεδρος της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης « Αναπηρία Σήμερα», που αριθμεί περί τα 1000 μέλη. Γενικός γραμματέας νεολαίας του Πανελληνίου Συνδέσμου Τυφλών και μέλος του ΚΕΠΚΑ & πρόεδρος της Επιτροπής για καταναλωτές με αναπηρία. Εκπρόσωπος του δικτύου « Φτώχεια» στο Φόρουμ κατά του ρατσισμού & της ξενοφοβίας. Ιδρυτικό μέλος του Ιστοπλοϊκού Ομίλου ατόμων με αναπηρία και της αθλητικής Ένωσης Τυφλών « Πυρσός». Με ισχυρή παρουσία στα δρώμενα της πόλης, με έντονη δραστηριότητα στα κοινά, είναι ο κατάλληλος άνθρωπος να μας μιλήσει για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με αναπηρία στην πόλη της Θεσσαλονίκης.

23 Σεπτεμβρίου 2012


   Για το διάζωμα έμαθα τυχαία, εβρισκόμενος σε ένα αρχαίο θέατρο στην περιοχή της Μίεζας, στην Ημαθία, στα πλαίσια μιας άτυπης ξενάγησης.

Moop Mama


     Περπατούσα κατάκοπος αποβραδίς προς τον Λευκό Πύργο μπας και προλάβω το τελευταίο λεωφορείο για το σπίτι, τη στιγμή που άκουσα κάτι τύπους να ξεφυσάνε μέσα σε τρομπέτες, σαξόφωνα και τρομπόνια.

2 Σεπτεμβρίου 2012

Για τον ανθρωπάκο του Βίλχεμ Ράιχ

    Το ρούφηξα το βιβλίο αυτό, πραγματικά. Γιατί; Γιατί ο Ράιχ μου μιλάει στον β' ενικό σα να με ξέρει. Και με ξέρει. Μου δείχνει ,περιγραφικά και ολοκληρωμένα, σημάδια του εαυτού μου, που αρνούμαι να δω στον καθρέπτη. Μοιράζεται μαζί του το δράμα της ζωής του, εμπειρίες κάποιες από τις οποίες αισθάνομαι πως τις έζησα και εγώ.

Κηδεύοντας τις ιδεολογίες

    Καιρό ήθελα να γράψω κάτι για τις ιδεολογίες. Γιατί πάντα πίστευα στην χρησιμότητά τους, στην δύναμή τους να αλλάξουν τον κόσμο άλλες φορές προς το καλύτερο και άλλες φορές προς το χειρότερο. Άλλες με εξέπλητταν, άλλες με συγκινούσαν και με ενθουσίαζαν, ορισμένες με τρόμαζαν. Υπήρξαν ιδεολόγοι σπουδαίοι που έπραξαν θαυμάσια πράγματα και άλλοι που διέπραξαν εγκλήματα για να υπηρετήσουν τα πιστεύω τους. Ο μεγαλύτερος ιδεολόγος άλλωστε υπήρξε ο Χίτλερ. Μόνο που η ιδέα του ήταν αυτή μιας καθαρής φυλής και της μισαλλοδοξίας, του σωβινισμού και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Η δύναμη των ιδεών είναι τεράστια και είναι θαυμάσια.

31 Αυγούστου 2012

Το μυστικό


     Mια φορά και έναν καιρό σε έναν τόπο μακρινό σε ένα επιβλητικό παλάτι ζούσε μια πριγκίπισσα εκθαμβωτική. Πέρασαν τα χρόνια και ήρθε ο καιρός η όμορφη πριγκίπισσα να επιλέξει τον άνδρα που θα την συντρόφευε στη ζωή της. Η πριγκίπισσα όμως ήταν πολύ απαιτητική και δεν την ικανοποιούσε κανείς. Την επισκέφτηκαν βασιλείς και πριγκιπόπουλα, πλούσιοι έμποροι, που προσπάθησαν να την δωροδοκήσουν με στολίδια και χρυσάφια. Η πριγκίπισσα ήταν ανένδοτη. Θα έδινε την καρδιά της μόνο σε αυτόν που θα την κατακτούσε με την πρώτη ματιά.

30 Αυγούστου 2012

O Παραμυθατζής


Με παραμύθια μεγάλωσα, με ιστοριούλες γεμάτες διδάγματα. Έτσι επέλεξαν οι δικοί μου να με κάνουν να ψηλαφίσω τη ζωή πριν μπω για τα καλά στον αγώνα της.  Κάτω από δυο πελώρια πλατάνια, σε ένα τραπέζι γεμάτο φρούτα και εδέσματα με συντροφιά τα άστρα του ουρανού που άκουγαν και αυτά μαζί με μένα παραμύθια θερινής νυκτός από το στόμα δυο γερόντων που έχουν στιγματίσει τη ζωή μου. Μια ανεκτίμητη πνευματική κληρονομιά και ένα δώρο. Η ικανότητα να σχηματίζεις εικόνες μόνος σου, με τη φαντασία σου να επιστρατεύει πινέλα και μπογιές για να μετατρέψει τις λέξεις σε μαγεία.

14 Αυγούστου 2012

Όταν τα υαλοπωλεία σημειώσουν αύξηση πωλήσεων…


   Τελευταία έχει γεμίσει ο τόπος δείκτες, να κατηγορούν, να μέμφονται. «Εσύ πιο πολύ. «Όχι, εσύ πιο πολύ». «Όχι, αυτός περισσότερο». Λοιπόν ας αφήσουμε τις γεμάτες σεξουαλικά υπονοήματα μομφές και ας ξεκινήσουμε με το ερώτημα «Ποιος φταίει;». Όχι ποιος φταίει περισσότερο, αλλά απλά ποιος φταίει. Έστω και λίγο. Έστω και αν κάποιος φέρει ακόμα και ένα μικρό, απειροελάχιστο μερίδιο ευθύνης μπορεί να σηκώσει το χέρι του και ν’ απαντήσει: «Εγώ».

13 Αυγούστου 2012


Διευθυντής:
         Εσείς οι δυο που πάντα μ' έχετε 
         παρασταθεί κάθε στενόχωρη ώρα
         πέτε μου την αλήθεια τι παντέχετε
         στη Γερμανία μ' ό,τι αρχινούμε τώρα;
         Στα πλήθη ήθελα ν' άρεσα, γιατί
         και ζουν και άλλους βοηθούν να ζούνε
         Στύλοι, σανίδες έχουν μπηχτεί,
         και μια γιορτή καρτερούνε.
         Με μάτια ορθάνοιχτα έχουνε καθίσει
         και ποθούν κατιτί να τους ξαφνίσει.
         Με του λαού το πνεύμα ξέρω να φιλιώσω,
         μα έτσι ποτέ δεν ήμουν στα στενά:
         στο πιο καλό δεν έχουν μάθει αληθινά,
         μα έχουν πολλά διαβάσει ωστόσο.
         Πώς θα γενεί να είναι της ώρας όλα
         και σοβαρά, μα και ν' αρέσουν κιόλα;
         Γιατί αγαπώ το πλήθος να θωρώ
         στην παράγκα μας μέσα όταν χιμίζει,
         σε στριμωχτό στην πόρτα μας σωρό
         απανωτά σαν κύμα όταν βουίζει,
         πριν τις τέσσερες, ώρες πριν βραδιάσει,
         στο ταμείο με σπρωξιές σαν πολεμά, 
         σα σε λιμό στην πόρτα του ψωμά
         σκοτώνεται μπιλιέτο ν' αγοράσει.
         Το θαύμα αυτό σε κόσμο όποιας λογής
         ο ποιητής το κάνει. Ε φίλε μην αργείς!

Ποιητής:
        Ω, ας μην ακούω για τον πολύ σωρό
        που η έμπνευση πάει εμπρός του να μας φύγει
        και του πλήθους το κύμα ας μη θωρώ
        που άθελά μας στο ρέμα του μας πνίγει.
        τον ήσυχο ουρανό φέρε να βρω,
        που αγνή χαρά στον ποιητή ξανοίγει
        που αγάπη και φιλία βαθιά μας ξέρει
        να πλάθει, να προκόβει με θείο χέρι.

       Ω, ό,τι απο κείθε μέσα πεταχτεί,
       ό,τι δειλά το χείλι μας τραυλίζει, 
       είτε απλερό ή πλέριο, η δυνατή
       πνοή της άγριας ώρας το αφανίζει
       Συχνά, αν στα χρόνια μέσα βασταχτεί,
       την τέλεια του μορφή τότε κερδίζει.
       Ό,τι γυαλίζει για στιγμές γεννιέται:
       το γνήσιο στους κατόπι μας δε σβιέται.

Κωμικός:
      Για τους κατόπι μη μου λες, να ζήσεις!
      Γιατί αν σ' αυτούς συ θέλεις να μιλήσεις,
      τους τωρινούς ποιος τότες ευχαριστεί;
      Χρειάζονται και αυτοί τον άνθρωπό τους
      κι ένα άξιο παλικάρι ανάμεσό τους,
      φαντάζομαι πως είναι κατιτί.
      Κάτι τερπνό αν κανείς ξέρει να δώσει,
      δεν τον χολιάζουν του λαού οι θυμοί.
      Τον κύκλο του ποθεί ν' απλώσει,
      για να κλονίζει σε πλατιά γραμμή.
      Θάρρος λοιπόν και ας μην μου γενείς το ιδανικό,
      τη φαντασία και όσα αυτή σέρνει ας λύσεις:
      αίσθημα, πάθος, νου και λογικό,
      μα και την τρέλα μην τη λησμονήσεις!

Διευθυντής:
      Πρώτα όμως βάλε μπούγιο!Για να δούνε
      μαζεύονται, να βλέπουν αγαπούνε.
      Στα μάτια αν ξετυλίγονται πολλά
      ώστε ο κόσμος να χάσκει ξαφνισμένος,
      τότε πλατιά είσαι αμέσως κερδισμένος
      και κοσμοαγαπημένος στα καλά.
      Με τον όχλο το πλήθος το κερδαίνουν,
      καθένας βρίσκει κάτι μοναχός.
      Πολλά όποιος φέρνει, φέρνει κάτι καθενός,
      κι όλοι τους πια ευχαριστημένοι βγαίνουν.
      Κομματιαστό δίνε το έργο απ' την αρχή!
      Ένα τέτοιο γιαχνί σου πετυχαίνει.
      Σερβίρεται εύκολα, εύκολα όπως βγαίνει.
      Κάτι ολάκερο αν δώσεις, τι ωφελεί;
      Πάντα κομμάτια απ' το κοινό θα γένει.

Ποιητής:
      Δε νιώθετε πως τέτοια μια ατσαλιά
      ενός γνήσιου τεχνίτη δεν ταιριάζει!
      Των σκιτζήδων την πρόστυχη δουλειά
      σα να 'χετε για αρχή σας μοιάζει.

Διευθυντής:
      Μια κατάκριση τέτοια δε με πιάνει
      όποιος ζητά κάτι καλό να κάνει,
      ας διαλέξει και σύνεργο καλό.
      Σκέψου πως ξύλο έχεις να σκίσεις απαλό,
      και για ποιον γράφεις δες! Αν έχει έρθει
      ο ένας από πλήξη, οι άλλοι χορτασμένοι
      από περίσσιο έχουνε δείπνο σηκωθεί,
      και το χειρότερο: άλλοι είναι φερμένοι
      εφημερίδα ότι έχουν διαβασμένη.
      Αφαιρεμένους σε μασκαράτα,
      η περιέργειά μας τους φέρνει εδώ γραμμή,
      των στολιδιών τους κάνουν οι κυρίες παράτα
      και παίζουν μαζί δίχως πληρωμή.
      Στις ποιητικές σου τί ονειρεύεσαι κορφές;
      Γεμάτη σάλα ποια χαρά σου δίνει!
      Τους προστάτες σιμότερα για δες:
      κρύοι είναι αυτοί, χυδαίοι εκείνοι.
      Χαρτιά να παίξει ποιος ποθεί μετά απ' το δράμα,
      ποιος άσωτη νυχτιά με κόρη αντάμα.
      Ε, για τέτοιους σκοπούς τί βασανίζεις
      τις Μούσες τις καλές, φτωχέ τρελέ;
      Σου λέω, όσο μπορείς πολλά ας σκορπίζεις,
      έτσι δε χάνεις το σκοπό ποτέ.
      Τον κόσμο ζήτα να μπερδεύεις μόνο,
      να τον ευχαριστήσεις δεν μπορείς--
      Τί αισθάνεσαι; Χαρά - για πες - ή πόνο;

Ποιητής:
      Σύρε άλλο δούλο γύρεψε να βρεις!
      Το πιο υψηλό του δίκιο ο ποιητής,
      το ανθρώπινο, που του χει δώσει η φύση,
      για χατίρι σου ανόσια να πουλήσει!
      Με τι όλες τις καρδιές ταράζει;
      Με τι κάθε στοιχείο υποτάζει;
     Δεν είναι αυτό η αρμονία που χιμίζει
     απ' την καρδιά και κει τον κόσμο κλει ξανά;
     Όταν η φύση αδιάφορα τυλίζει
     στο αδράχτι την ατέλειωτη κλωνά,
     το πλήθος το άρυθμο των όντων σα βουίζει
     ανάκατα- ναι, ποιος παντοτινά
     τη σειρά τη μονότονη μοιράζει
     ρυθμό της δίνει, ως της φυσά ψυχή;
     Στο γενικό το αγίασμα ποιος το κράζει,
     κι αρμονικά εκεί το καθένα ηχεί;
     Την μπόρα ποιος σε πάθη λύει; Θλιμμένη
     ψυχή με ροδοσούρουπο φωτά;
     Την άνοιξη όλη ποιος σκορπά ανθισμένη
     στην πόρτα της αγάπης του μπροστά; 
     Ποιος πλέκει φύλλα απλά και στεφανώνει
     την καθεμιά την αρετή;
     Σμίγει θεούς, τον Όλυμπο στεριώνει;
     Του ανθρώπου η ορμή δειγμένη στον ποιητή

Κωμικός:
     Ε, το χάρισμα αυτό μεταχειρίσου
     και βάλε ίσια μπροστά την ποιητική σου,
     σα να 'τανε καμιά ερωτοδουλειά.
     Τυχαία κανείς ζυγώνει, αισθάνεται, κολλά,
     σιγά σιγά μπερδεύεται. Πληθαίνει
     η ευτυχία, κατόπι εμπόδιο βγαίνει,
     σε μάγια πλέει ώσπου ο πόνος να φανεί, 
     ανέλπιστα ρομάντσο έχει γενεί.
     Ε, ένα παρόμοιο δράμα ας φτιάξεις!
     Μεστή του ανθρώπου τη ζωή ας αδράξεις!
     όλοι το ζουν, μα δεν το ξέρουνε πολλοί,
     όπου και αν πιάσεις, κάνει εντύπωση καλή.
     Σε παρδαλές εικόνες καθαρότη λίγη,
     σε πολλή πλάνη σπίθα αλήθεια ας σμίγει,
     και το πιο ωραίο πιοτό θα ετοιμαστεί,
     που μαγεύει ολονούς και ευχαριστεί.
     Τότε το άνθος της νιότης μαζευτό
     τ' αυτιά στην αποκάλυψη τεντώνει,
     κάθε απαλό πνεύμα στο έργο σου σκυφτό,
     τη μελαγχολική τροφή μαζώνει.
     Τότε μια το 'να και μια τ' άλλο βράζει,
     καθένας τί ΄χει στην καρδιά κοιτάζει.
     Ακόμα είναι' έτοιμοι να κλαιν και να γελούνε,
     τη λάμψη χαίρονται, τιμούνε τη φωτιά.
     Αν δεν αρέσεις σ' όσους γίναν πια,
     μα όσοι γίναν χάρη σου χρωστούνε.

Ποιητής:
     Δώσε μου τότε τον καιρό
     που να γενώ και εγώ ζητούσα,
     που τα τραγούσια μου σωρό,
     αστέρευτη πηγή σκορπούσα.
     Τον κόσμο μου έκρυβε άχνα λες,
     μου τάζαν τα μπουμπούκια θάμα,
     και θέριζα στις λαγκαδιές
     μυριάδες τα λουλούδια αντάμα.
     Δεν είχα τίποτε, όμως είχα πλήθια:
     χαρά στην πλάνη, την ορμή γι' αλήθεια.
     Τη δίψα εκείνη άκρατη δώσ' μου πίσω,
     την τρίσβαθη πικρή χαρά,
     να μπορώ να μισήσω, ν' αγαπήσω,
     δώσ' μου τη νιότη μου ξανά!

Κωμικός:
     Η νιότη, φίλε, σου είναι χρειαστή
     άμα σε ζώνει ο εχτρός στη μάχη,
     άμα κοπέλα νόστιμη θα λάχει
     στο λαιμό σου με βία να κρεμαστεί,
     άμα της βαριάς νίκης το στεφάνι
     απ' το στάδιο σου νεύει μακρινά,
     άμα κατόπι από χορού τουφάνι
     η νύχτα με ξεφάντωσές περνά.
     Μα με θάρρος και χάρη ο γνωστό
     στην άρπα σας παιχνίδι ν' ακλουθάτε,
     σ' ένα σκοπό απ' τους ίδιους σας βαλτό
     χαρωπά πλανημένοι να τραβάτε,
     να από σας, γερό- αφέντες, τί ζητούμε!
     Και πιο λίγο γι' αυτό δε σας τιμούμε
     Δε μας κάνουν παιδιά τα γηρατειά,
     μας βρίσκουν μόνο αληθινά παιδιά.

Διευθυντής:
     Ε πια, αρκετά μου ρητορεύετε, 
     και καμιά πράξη δείχτε να φανεί!
     Εκεί που κοπλιμέντα εδώ τορνεύετε,
     μπορεί ωφέλιμο κάτι να γενεί.
     Για έμπνευση τί βγαίνει να μιλείς,
     ποτέ δε θα τη βρεις όσο διστάζεις.
     Άμα το θέλεις να ' σαι ποιητής,
     την ποίηση πρέπει να προστάζεις!
     Το ξέρεις εδώ τί θα χρειαστούμε,
     βαριά ποτά γυρεύουμε να πιούμε. 
     Έλα λοιπόν και φτιάσ' τα μου γοργά!
     Ό,τι δε γίνει σήμερα, αύριο είναι αργά,
     μέρα δεν πάει ούτε μια κανείς να χάσει.
     το δυνατό να γίνει θαρρετά
     απ' το σβέρκο η απόφαση ας το πιάσει,
     έτσι κατόπι δεν το παρατά
     και μπρος τραβά γιατί έχει βιάση.
     Στου τόπου μας, το ξέρεις, τις σκηνές
     ό,τι μπορεί καθένας δοκιμάζει,
     ώστε τώρα αν μου τρίψεις μη σε νοιάζει
     σκηνογραφίες και μηχανές.
     Φεγγάρι κι ήλιο εδώ μεταχειρίσου,
     ασώτεψε τ' αστέρια όσο μπορείς,
     βράχους, νερά φωτιά, στη διάθεσή σου
     και ζώα και πουλιά θα βρεις.
     Έτσι εδώ, στη στενή μας τη σκηνή, 
     την πλάση όλη δρασκέλα ομάδι,
     και πέρνα με σπουδή στοχαστική
     απ' ουρανό μέσα απ' τη γη στο Άδη!


Πρόλογος από το έργο Φάουστ του Γκαίτε
Με τα σοφά του καλλιτέχνη λόγια ξεκινώ, γιατί ταυτίζομαι. 
Γιατί ο διάλογος αυτός είναι το δίλημμα του κάθε καλλιτέχνη.